Παρασκευή 12 Απριλίου 2024

Για την προσευχή του Φτωχούλη

 Και κάπως έτσι οι ώρες δεν λένε να περάσουν. 

Σκέφτομαι τον φτωχούλη του Θεού, αυτόν τον Φραγκίσκο της Ασίζης. 

Αν ζούσε σήμερα θα τον έλεγαν Φρανκ. 

Θα τον έλεγα ξανά τρελό, ο πατέρας του ξανά θα τον αποκήρυσσε από γιό του.

Μμμμ οκ, η ιστορία θα άλλαζε λίγο, δεν θα τον ευλογούσαν, θα τον έκλειναν σε κανένα όμορφο ίδρυμα. Από αυτά που κλείνουν τους τρελούς.

Ω Κύριε, πως αλλάζουν οι εποχές και πόσο ίδιες μένουν;

Άραγε σαν σύγχρονοι φτωχοί σου, τι μας επιφυλάσσεις;

Οι ώρες δεν λένε να περάσουν. Τα χιλιόμετρα μειώνονται αργά και σταθερά.

Και εκεί, κάπου στα μέσα του ταξιδιού, ένα άλλο ταξίδι ξεκινάει. Ένα όμορφο ταξίδι σκέψης.

Ω Κύριε, γιατί παίζεις με τα μυαλά μας;

Και εδώ έρχεται η απορία, τελικά εσύ βαράς υπερωρίες ή εμείς κάπου εκει στο βάθος του μυαλού μας, κρύβουμε το υπερεγώ μας και τις μύχιες σκέψεις μας.

Ευλογία ή κατάρα;

Ξέρεις φίλες μου, η ευλογία με την ευλογιά, μικρή διαφορά. Ένας μόνο τόνος, ούτε καν η γραμματική δεν αλλάζει.

Να σε δω, να έχει το ένα, να έχεις και το άλλο.

Και τα χιλιόμετρα περνάνε. Αργά και βασανιστικά.

Κάποιος κάπου, έρχεται να σε βρει. Κάνει το ταξίδι της ελπίδας, για σένα.

Και εσύ, σε κάποιο σοκάκι, μοιράζεις την αγκαλιά σου.

Στο κρεβάτι του Μορφέα, είπες όταν έχεις πάει. Κάποιος τον ζήλεψε και αυτόν.

Τα σοκάκια της πόλης, πάβουν να έχουν κόσμο.

Ώ Κύριε, που πήγαν όλοι αυτοί;

Άραγε, κύλησαν στην ακολασία; Ή βίωσαν ένα κομμάτι του παραδείσου σου;

Όπως ο φτωχούλης σου.

Πλέον δεν υπάρχουν άλογα, δεν υπάρχουν ακτήμονες, μόνο καταδικασμένοι σε φτώχια.

Σε φτώχια οικονομική αλλά και συναισθηματική.

Ω Κύριε, τι είναι χειρότερο;

Ω Κύριε, τι δεν μπορεί να αλλάξει;

Και έτσι οι άγιοι και οι αμαρτωλοί χάνονται σε ένα παιχνίδι συνεχούς αλλαγής ρόλων.

Αν δεν αμαρτήσεις, δεν θα αγιάσεις.

Αν δεν μετανοήσεις, δεν θα αγιάσεις.

Και αν αγιάσεις;

Ω Κύριε, τι σκατά ψάχνουμε σε αυτή την ζωή;

Να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε.

Ένα χαμόγελο το πρωί και ένα αργά το βράδυ.

Μία όμορφη αλήθεια.

Μία σάρκα και μία ψυχή.

Ω Κύριε, τόσα καλά μας έδωσες, αυτό όμως;

Δύσκολο το έργο σου και ας βαράς υπερωρίες.

Ο Ήλιος ανατέλλει, Σάββατο πρωί.

Και όπως περνάνε οι ώρες, αρχίζω να καταλαβαίνω τον φτωχό σου.

Αρχίζω να καταλαβαίνω την προσευχή του…

Τόσες φορές στην έχουν πει, στην έχουν τραγουδήσει, έχουν προσευχηθεί.

Ω Κύριε, ευκαιρία να την καταλάβεις και εσύ…

Ευλόγησέ με έτσι ώστε να μην επιζητώ,
Να με παρηγορούν, αλλά να παρηγορώ,
Να με καταλαβαίνουν, αλλά να καταλαβαίνω,
Να με αγαπούν, αλλά να αγαπώ,
Γιατί δίνοντας, λαμβάνουμε,
συγχωρώντας, συγχωρούμαστε,
και πεθαίνοντας, γεννιόμαστε στην αιώνια ζωή.


Πυξαράς Δημήτρης